Σκλαβωμένοι στο «Νησί των Σκλάβων»: Είδαμε από το ΔΗΠΕΘΕ Κοζάνης στο θέατρο Κήπου και σχολιάζουμε.

Για άλλη μια φορά αποδείχθηκαν οι ιαματικές ιδιότητες του θεάτρου σε μια ψυχολογία μουδιασμένη και σε ένα θεατρικό καλοκαίρι που το μέγα σουξέ «ΑΝΑΒΑΛΛΕΤΑΙ- ΑΚΥΡΩΝΕΤΑΙ» κυριαρχεί στις σκηνές. Αρκετός έως πολύς ο κόσμος που γέμισε το μεγαλύτερο μέρος του θεάτρου Κήπου για να παρακολουθήσει μια (ευτυχώς!) «μη ακυρωμένη» παράσταση με τίτλο «Το νησί των σκλάβων» του Πιερ ντε Μαριβώ και σε σκηνοθεσία Ελένης Ευθυμίου από το ΔΗΠΕΘΕ Κοζάνης.
Και φεύγοντας τα πρόσωπα έλαμπαν με χαμόγελα αυθεντικά… Αν αυτό δεν είναι δείγμα ψυχικής «παρηγορίας» τότε τί είναι; Πέρα από την επίκαιρη υπενθύμιση διαχρονικών αξιών μέσα από τις απλές αλήθειες ενός μύθου- παραμυθιού για μεγάλους, γραμμένου τον 18ο αιώνα από τον κλασικό Γάλλο συγγραφέα.

Που λέει ότι δυο αφέντες με τους δούλους τους, ο Ιφικράτης με τον Αρλεκίνο και η Ευφροσύνη με την Κλεάνθις, ναυαγούν σε ένα νησί όπου επικρατεί ένα περίεργο έθιμο: αφέντες και δούλοι αντιστρέφουν τους ρόλους τους, ώστε κάθε τάξη να βιώσει είτε την άσκηση εξουσίας είτε την υποταγή σε αυτήν, από την «απέναντι» πλευρά. Ένα πείραμα με στόχο διδακτικό σε επίπεδο αυτογνωσίας, ως κατάλοιπο των εξεγερμένων σκλάβων της αρχαίας Αθήνας που απόγονοί τους κατοικούν το ουτοπικό νησί. Στο οποίο ο άρχοντας Τριβελίνος φροντίζει για την τήρηση των όρων του πειράματος- παιχνιδιού που τελικά μέσα από απρόοπτα και ανατροπές , συμμαχίες και συγκρούσεις, αποκαλύψεις και μπόλικο χιούμορ, θα οδηγήσει στο θρίαμβο του ανθρωπισμού και στην ουσία της δημοκρατίας. Μια «αλλόκοτη μουσική κωμωδία που μιλά για τις μεταμορφώσεις του σήμερα», καθώς η ουτοπία, το χιούμορ, ο συμβολισμός των μεταμορφώσεων , η μουσική και το τραγούδι έπαιξαν  ρόλο κυρίαρχο σε μια ενδιαφέρουσα παράσταση με τη σφραγίδα της «ευρηματικής».
Πολύ σημαντικά τα θετικά της στοιχεία (+) ξεκινώντας αξιολογικά από την ευφάνταστη σκηνοθεσία της:
–        Η ταλαντούχα Ελένη Εύθυμίου έδωσε άλλο ένα εξαιρετικό δείγμα γραφής. Πήρε στα χέρια της μια «ιστοριούλα», έξυπνη μεν σαν σύλληψη αλλά απλοϊκή στα πρότυπα ενός «θεατρικού- ψυχολογικού παιχνιδιού» και της έδωσε όγκο, δράση, σκηνικό ενδιαφέρον με εφόδια την γόνιμη φαντασία και το ταλέντο της. Μια σκηνοθεσία απολύτως δημιουργική και σύγχρονη, χαρακτηρισμένη από απίστευτης έμπνευσης ευρήματα σε βαθμό να εκπλήσσουν συνεχώς τον θεατή και να κρατούν τα μάτια του καρφωμένα στη σκηνή. Της αξίζουν ειλικρινείς έπαινοι για τον μοναδικό τρόπο που αξιοποίησε απλά αντικείμενα και τις απρόβλεπτες δυνατότητες του σκηνικού, υπηρετώντας εύστοχα τη φόρμα και ατμόσφαιρα ενός ουτοπικού «παραμυθιού» με έξυπνα στοιχεία γκροτέσκο. Ζωηρός ρυθμός, χαριτωμένη κινησιολογία, διαρκείς εκπλήξεις – εμφανίσεις/ εξαφανίσεις  σε κρυμμένες οπές, σπιρτάδα και ενέργεια έδωσαν ένα στίγμα καθαρό και χαρακτηριστικό. Το οποίο ενισχύθηκε καταλυτικά τόσο από το έντονο μουσικό μέρος της παράστασης, όσο και από το ευφυές χιούμορ με απρόβλεπτες ατάκες στα όρια της παρωδίας ή «εκ των έσω» διάβρωσης/ απομυθοποίησης του ίδιου του έργου, ως επιτυχημένο κωμικό τέχνασμα.
 
–        Για τους 5 ηθοποιούς της παράστασης (Σοφία Αντωνίου, Στέφανος Αχιλλέως, Παναγιώτης Παπαϊωάννου, Κατερίνα Σισίννι, Βαλάντης Φράγκος) έχουμε να πούμε τα καλύτερα! Διότι πέραν της υποκριτικής, αυτό που εντυπωσίασε ήταν οι εξαιρετικά δουλεμένες φωνές σε «οπερετικά» τραγούδια απαιτήσεων με τετραφωνίες και φούγκα που μόνο επαγγελματίες, πτυχιούχοι του κλασικού τραγουδιού θα έφερναν σε πέρας με τόση αρτιότητα! Με ακρίβεια στον «πόντο» και μάλιστα a capela! Εκτός αν όντως είναι, τι να πούμε.. πέρα από ένα μεγάλο μπράβο! Σε επίπεδο υποκριτικής υπήρξαν όλοι καλοί, ωστόσο ξεχώρισαν οι δύο «δούλοι» Παναγιώτης Παπαϊωάννου και Κατερίνα Σισσίνι που απέδωσαν τους ρόλους τους με εκφραστικότητα, νάζι, αυθεντικό χιούμορ, περίσσεια ενέργεια, σκηνική άνεση, ετοιμότητα στην ατάκα. Πολύ καλός επίσης ο Βαλάντης Φράγκου στο ρόλο του Τριβελίνο, με σκηνική αυτοπεποίθηση, δίνοντας έναν ιδιότυπο, χαριτωμένο «κυνισμό» στον ήρωά του, ενώ πιο αδύναμοι ερμηνευτικά οι «σφιγμένοι» αφέντες Σοφία Αντωνίου και Στέφανος Αχιλλέως, που όμως ο τελευταίος στήριξε ως «κολώνα» το τραγούδι.
 
–        Η μουσική και οι στίχοι των τραγουδιών ανήκουν στην σκηνοθέτιδα Ελένη Ευθυμίου, αποκαλύπτοντας ένα ακόμη ταλέντο της. Μια μουσική ιδιαίτερη, απόλυτα ταιριαστή με το ύφος της παράστασης, στα πρότυπα μιας σύγχρονης κωμικής οπερέτας. Με ήχους απλούς και αφαιρετικές ενορχηστρώσεις από φυσικά όργανα, ωστόσο περίτεχνα δουλεμένη σε επίπεδο φωνών που ευτύχησε να εκτελεστεί άψογα.
 
–        Ευρηματικό το σκηνικό των «πολλαπλών χρήσεων» που πρόσφερε γενναιόδωρα κρυμμένες εκπλήξεις και εξαιρετικές δυνατότητες στη σκηνοθεσία. Ένα μεγάλο υπερυψωμένο βάθρο με πολλές καλυμένες… καταπακτές, σπαστά ταμπλώ, αναρτημένα αντικείμενα και στη βάση κουρτίνα κουκλοθέατρου, επιτρέποντας την εξέλιξη της δράσης σε διαφορετικά επίπεδα, άλλοτε στην επιφάνεια, άλλοτε κάτω και άλλοτε.. υπογείως με διαρκείς εναλλαγές.
Κάποιες  παρατηρήσεις που θα επισημαίναμε ως αρνητικά (-) αφορούν:
–         Στο πρώτο μέρος της παράστασης, όπου θεωρούμε ότι μέχρι την έναρξη της δράσης μεσολάβησε νεκρός χρόνος με άσκοπα τρεχαλητά και κρυψίματα χωρίς να δίνεται γι αυτό κάποιο στίγμα στο θεατή, κάτι που μπορούσε άνετα να συντομευτεί.
 
–        Τα κοστούμια υπήρξαν μεν καλαίσθητα, αλλά περιμέναμε να εξυπηρετήσουν  πιο εύστοχα και συμβολικά το βασικό ζητούμενο της διαφοράς των κοινωνικών τάξεων σε μια κωμωδία που επιπλέον επέτρεπε και χιουμοριστικές στυλιστικές πινελιές.
 
–        Όσον αφορά στην επιλογή του συγκεκριμένου έργου, όπως προαναφέραμε, θα το χαρακτηρίζαμε μεν έξυπνο ως ιδέα, με καθαρή δομή και θεατρικές αρετές, με ευαισθησία και εύληπτα  μηνύματα, ωστόσο αρκετά απλοϊκό στην ανάπτυξη μιας θεματολογίας που έχει να κάνει με «μηχανισμούς εξουσίας», τόσο από την πλευρά του πομπού- αφέντη , όσο και από αυτήν του δέκτη- δούλου. Μένοντας σε ένα πρωτογενές επίπεδο ανάγνωσης, χωρίς περαιτέρω εμβάθυνση και ειδικά στην πολυσύνθετη ψυχολογία της αντιστροφής ρόλων που δόθηκε συγγραφικά με τρόπο ατελή, «παραμυθένια αφέλεια» και διδακτικό «χάπυ έντ», πάντα βέβαια στα πλαίσια μιας κωμωδίας.
 
       Καταλήγοντας (=) θα πούμε ότι πρόκειται για μια παράσταση που αξίζει να δει κανείς για πολλούς λόγους: να θαυμάσει τα εξαιρετικά ευρήματα μιας ευφάνταστης σκηνοθεσίας, να ακούσει φοβερές τετραφωνίες από άψογες φωνές, να γελάσει αυθόρμητα με έξυπνο χιούμορ, να επαναφέρει στο προσκήνιο μέσα από μια διασκεδαστική ιστορία, πολύτιμες αξίες σαν τη δικαιοσύνη, την ανθρωπιά, τη δημοκρατία. Κι εδώ που τα λέμε… ίσως τελικά η σοφία κρύβεται στην απλότητα.

Στασινοπούλου Π

,
Το παρακάτω βίντεο από την αυλαία+ σκηνές των «ΣΚΛΑΒΩΝ» στο θέατρο Κήπου.

Did you like this? Share it!

0 comments on “Σκλαβωμένοι στο «Νησί των Σκλάβων»: Είδαμε από το ΔΗΠΕΘΕ Κοζάνης στο θέατρο Κήπου και σχολιάζουμε.

Comments are closed.